του Κυριάκου Δ. Μαντούβαλου
«Γιατί ασχολείσαι ρε φίλε με την πολιτική;», «Γιατί να σε ψηφίσω;», «Τι θα κάνεις εσύ για μένα που μου έκοψαν τον μισθό, την σύνταξη, που έχασα τη δουλειά μου;» «Που πας μωρέ 29 χρονών, εδώ οι άλλοι είναι βουλευτές περισσότερα χρόνια από την ηλικία σου, που πας;»
Αυτά ήταν ορισμένα από τα αγωνιώδη ερωτήματα που μου έθεσαν φίλοι και γνωστοί όταν τους ανακοίνωσα την κάθοδο μου στις εκλογές της 6ης Μαΐου με το ΠΑΣΟΚ στην εκλογική περιφέρεια της Β’ Πειραιά… Να σας συστηθώ πρώτα.
Είμαι ο Κυριάκος Μαντούβαλος και γεννήθηκα πριν 29 χρόνια στον Πειραιά. Γιός του Δημήτρη Μαντούβαλου και της Μαρίας Κατσιβαρδάκου, τους οποίους αν και έχασα από πολύ νωρίς, πρόλαβαν και μου «φύτεψαν τον σπόρο» της υπευθυνότητας, της τόλμης, της δικαιοσύνης, της ίσης μεταχείρισης…
Είμαι δημοσιογράφος, αθλητικός. Λίγο το απωθημένο (έπαιζα μπάσκετ κι έριχνα σφαίρα στα τμήματα υποδομής του Ολυμπιακού), λίγο η αγάπη για την πένα –το πληκτρολόγιο για την ακρίβεια- με έφεραν να αναζητώ δουλειά αφήνοντας της ζεστασιά του (ημιδημόσιου τότε) ΟΤΕ, το 2006, στον δημοσιογραφικό κλάδο ξέροντας ότι τα πράγματα είναι δύσκολα.
Το 2009 μπήκα στο ΠΑΣΟΚ ως εργαζόμενος (ιδεολογικά είμαι ΠΑΣΟΚος δεύτερης γενιάς), στο γραφείο τύπου και έζησα από πολύ κοντά την πορεία της χώρας και της παράταξης τα τελευταία 2,5 χρόνια. Είδα το αδιέξοδο να έρχεται και κάποιους τύπους να λένε «θα υλοποιήσουμε όσα υποσχεθήκαμε προεκλογικά». Δυστυχώς ήταν περισσότεροι από αυτούς που έβλεπαν το κύμα που έρχονταν, με τον Βαγγέλη Βενιζέλο να ζητάει από πολύ νωρίς «πλειοψηφία 3/5 της Βουλής για τη λήψη των μέτρων αυτών»… Μετά, κόπηκαν τα δανεικά κι έπρεπε να παρθεί η δύσκολη απόφαση, η σκληρή. Πάρθηκε, αλλά… δεν υλοποιήθηκε. Και τα δύσκολα έγιναν δυσκολότερα, και τα σκληρά σκληρότερα και το πακέτο μεγαλύτερο, πολύ μεγαλύτερο… Και του δανείου και το δικό μας! Το βάρος έπεσε στην πλάτη του λαού. Οι φόροι αυξήθηκαν, οι μισθοί μειώθηκαν, η οργή ξεχείλιζε και οι μούντζες έγιναν κάτι σαν το εθνικό μας προϊόν. Η ατολμία πληρώθηκε ακριβά.
Τους τελευταίους εννιά μήνες, ο Βαγγέλης Βενιζέλος όντας υπουργός Οικονομικών κλήθηκε να πάρει ορισμένα από τα σκληρότερα μέτρα που έχουν παρθεί ποτέ στην μεταπολεμική Ελλάδα. Οι βουλευτές που μέχρι χθες ήταν εκπρόσωποι του λαού, έγιναν οι δυνάστες του, έγιναν «βολευτές» και πολλά άλλα. Εδώ θέλω να κάνω μια μικρή αναφορά στο τι αποφύγαμε. Γιατί δυστυχώς, τα χειρότερα που αποφύγαμε δεν μπορούν να ανακουφίσουν τη μάνα που στέλνει το παιδί στο σχολείο νηστικό. Όμως το να μην υπάρχει η δυνατότητα να έχουμε φάρμακα, να εισάγουμε πετρέλαιο, να έχουμε γάλα, είναι κάτι που δεν το ζήσαμε κι εύχομαι να μην το ζήσουμε ποτέ. Πρέπει όμως να γνωρίζουμε, ότι τα τραγικότερα τα αποφύγαμε. Θα μου επιτρέψετε προσωπικά να σέβομαι, να εμπιστεύομαι και να γυρνάω το βλέμμα μου στα δύσκολα στον άνθρωπο που είδε την χρεοκοπία απέναντι του επί εννιά μήνες και κατάφερε να την αποφύγει και μαζί του την αποφύγαμε κι όλοι εμείς. Τον σημερινό πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ κ. Βαγγέλη Βενιζέλο.
Στην Β’ Πειραιά τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Στη «ζώνη» στο Πέραμα υπάρχουν άνθρωποι που έχουν να κάνουν μεροκάματο 3-4-5 μήνες. Η εκ περιτροπής εργασία, οι ατομικές συμβάσεις, η ημι-απασχόληση, άρα και η ημι-πληρωμή είναι η καθημερινότητα όσων εργάζονται, γιατί η ανεργία η οποία χτυπάει κόκκινο είναι δυστυχώς –πλέον- κοινωνική παράμετρος. Ο φόβος για το αύριο δεν περιγράφεται. Τα παιδιά σκέφτονται να αφήσουν το σχολείο να πάνε να δουλέψουν, αλλά και πάλι που; Οι νέοι που σπούδασαν, ονειρεύτηκαν, κοπίασαν βλέπουν μπροστά αδιέξοδο. Οι οικογενειάρχες βλέπουν κάθε μήνα να μπαίνουν στο σπίτι λιγότερα λεφτά και περισσότερα έξοδα. «Και τι να πεις στο παιδί, και τι να πεις στον άνεργο και τι να πεις στον συνταξιούχο;» με ρωτάνε…
Ξέρω τι δεν θα πω. Δεν θα πω ψέματα. Δεν θα τάξω, δεν θα υποσχεθώ, δεν θα κλείσω το μάτι λέγοντας, «δεν βαριέσαι ας πέσουν τα ψηφαλάκια τώρα και βλέπουμε μετά»… Δεν βλέπουμε πλέον, προχωράμε στο σκοτάδι, αναζητώντας το ξέφωτο. Είμαι εδώ να πορευτούμε ως εκεί.
«Θα σε έχω στο νου μου». Αυτό είναι που νιώθω για τους συμπολίτες μου, για τους συνανθρώπους μου.
Θα μπορούσα να αναφέρω την άμεση ανάγκη για πάταξη της φοροδιαφυγής, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας (όχι φυσικά με μειώσεις μισθών), την ενίσχυση του ελεγκτικού και φοροεισπρακτικού μηχανισμού, την αξιοκρατία, την διαφάνεια, την συμφωνία για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (που πάει για μετά τις εκλογές, άρα με τη νέα κυβέρνηση) ώστε να υπάρξει ρευστότητα στην αγορά. Μπορώ να αποσαφηνίσω γιατί μπορεί να τα υλοποιήσει το ΠΑΣΟΚ κι όχι κάποιος άλλος. Και θα το κάνω κατά την διάρκεια αυτής της προεκλογικής περιόδου, αλλά και μετά, όταν θα πρέπει από όποιο μετερίζι εσείς μας ορίσετε να κρίνουμε και να πράττουμε.
Τώρα όμως νιώθω την ανάγκη να πω τούτο: Είμαι εδώ και θέλω μαζί να περάσουμε απέναντι. Θα βραχούμε αλλά θα περάσουμε απέναντι. Θέλω να μείνεις εδώ κι εσύ να το παλέψουμε. Θέλω να στηριχτούμε στις δυνάμεις μας και να τα καταφέρουμε. Γι’ αυτό αποφάσισα να βγω στη «σέντρα».
Πρέπει να τα καταφέρουμε. Κι αυτό δεν μπορεί να το κάνει ο καθένας μόνος του. Να πιαστούν όλα τα χέρια μαζί, πράσινα, μπλε, κόκκινα, λαχανί, πορτοκαλί, μαύρα, κίτρινα, ροζ και να προχωρήσουμε. Να το κάνουμε όμως με την ίδια ειλικρίνεια και την ίδια σαφήνεια. Δεν γίνεται αλλιώς.
Ευχαριστώ για τον χρόνο σας, ευελπιστώ στην εμπιστοσύνη σας.
Υποψήφιος βουλευτής Β’ Πειραιά.
Κυριάκος Δ. Μαντούβαλος
«Γιατί ασχολείσαι ρε φίλε με την πολιτική;», «Γιατί να σε ψηφίσω;», «Τι θα κάνεις εσύ για μένα που μου έκοψαν τον μισθό, την σύνταξη, που έχασα τη δουλειά μου;» «Που πας μωρέ 29 χρονών, εδώ οι άλλοι είναι βουλευτές περισσότερα χρόνια από την ηλικία σου, που πας;»
Αυτά ήταν ορισμένα από τα αγωνιώδη ερωτήματα που μου έθεσαν φίλοι και γνωστοί όταν τους ανακοίνωσα την κάθοδο μου στις εκλογές της 6ης Μαΐου με το ΠΑΣΟΚ στην εκλογική περιφέρεια της Β’ Πειραιά… Να σας συστηθώ πρώτα.
Είμαι ο Κυριάκος Μαντούβαλος και γεννήθηκα πριν 29 χρόνια στον Πειραιά. Γιός του Δημήτρη Μαντούβαλου και της Μαρίας Κατσιβαρδάκου, τους οποίους αν και έχασα από πολύ νωρίς, πρόλαβαν και μου «φύτεψαν τον σπόρο» της υπευθυνότητας, της τόλμης, της δικαιοσύνης, της ίσης μεταχείρισης…
Είμαι δημοσιογράφος, αθλητικός. Λίγο το απωθημένο (έπαιζα μπάσκετ κι έριχνα σφαίρα στα τμήματα υποδομής του Ολυμπιακού), λίγο η αγάπη για την πένα –το πληκτρολόγιο για την ακρίβεια- με έφεραν να αναζητώ δουλειά αφήνοντας της ζεστασιά του (ημιδημόσιου τότε) ΟΤΕ, το 2006, στον δημοσιογραφικό κλάδο ξέροντας ότι τα πράγματα είναι δύσκολα.
Το 2009 μπήκα στο ΠΑΣΟΚ ως εργαζόμενος (ιδεολογικά είμαι ΠΑΣΟΚος δεύτερης γενιάς), στο γραφείο τύπου και έζησα από πολύ κοντά την πορεία της χώρας και της παράταξης τα τελευταία 2,5 χρόνια. Είδα το αδιέξοδο να έρχεται και κάποιους τύπους να λένε «θα υλοποιήσουμε όσα υποσχεθήκαμε προεκλογικά». Δυστυχώς ήταν περισσότεροι από αυτούς που έβλεπαν το κύμα που έρχονταν, με τον Βαγγέλη Βενιζέλο να ζητάει από πολύ νωρίς «πλειοψηφία 3/5 της Βουλής για τη λήψη των μέτρων αυτών»… Μετά, κόπηκαν τα δανεικά κι έπρεπε να παρθεί η δύσκολη απόφαση, η σκληρή. Πάρθηκε, αλλά… δεν υλοποιήθηκε. Και τα δύσκολα έγιναν δυσκολότερα, και τα σκληρά σκληρότερα και το πακέτο μεγαλύτερο, πολύ μεγαλύτερο… Και του δανείου και το δικό μας! Το βάρος έπεσε στην πλάτη του λαού. Οι φόροι αυξήθηκαν, οι μισθοί μειώθηκαν, η οργή ξεχείλιζε και οι μούντζες έγιναν κάτι σαν το εθνικό μας προϊόν. Η ατολμία πληρώθηκε ακριβά.
Τους τελευταίους εννιά μήνες, ο Βαγγέλης Βενιζέλος όντας υπουργός Οικονομικών κλήθηκε να πάρει ορισμένα από τα σκληρότερα μέτρα που έχουν παρθεί ποτέ στην μεταπολεμική Ελλάδα. Οι βουλευτές που μέχρι χθες ήταν εκπρόσωποι του λαού, έγιναν οι δυνάστες του, έγιναν «βολευτές» και πολλά άλλα. Εδώ θέλω να κάνω μια μικρή αναφορά στο τι αποφύγαμε. Γιατί δυστυχώς, τα χειρότερα που αποφύγαμε δεν μπορούν να ανακουφίσουν τη μάνα που στέλνει το παιδί στο σχολείο νηστικό. Όμως το να μην υπάρχει η δυνατότητα να έχουμε φάρμακα, να εισάγουμε πετρέλαιο, να έχουμε γάλα, είναι κάτι που δεν το ζήσαμε κι εύχομαι να μην το ζήσουμε ποτέ. Πρέπει όμως να γνωρίζουμε, ότι τα τραγικότερα τα αποφύγαμε. Θα μου επιτρέψετε προσωπικά να σέβομαι, να εμπιστεύομαι και να γυρνάω το βλέμμα μου στα δύσκολα στον άνθρωπο που είδε την χρεοκοπία απέναντι του επί εννιά μήνες και κατάφερε να την αποφύγει και μαζί του την αποφύγαμε κι όλοι εμείς. Τον σημερινό πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ κ. Βαγγέλη Βενιζέλο.
Στην Β’ Πειραιά τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Στη «ζώνη» στο Πέραμα υπάρχουν άνθρωποι που έχουν να κάνουν μεροκάματο 3-4-5 μήνες. Η εκ περιτροπής εργασία, οι ατομικές συμβάσεις, η ημι-απασχόληση, άρα και η ημι-πληρωμή είναι η καθημερινότητα όσων εργάζονται, γιατί η ανεργία η οποία χτυπάει κόκκινο είναι δυστυχώς –πλέον- κοινωνική παράμετρος. Ο φόβος για το αύριο δεν περιγράφεται. Τα παιδιά σκέφτονται να αφήσουν το σχολείο να πάνε να δουλέψουν, αλλά και πάλι που; Οι νέοι που σπούδασαν, ονειρεύτηκαν, κοπίασαν βλέπουν μπροστά αδιέξοδο. Οι οικογενειάρχες βλέπουν κάθε μήνα να μπαίνουν στο σπίτι λιγότερα λεφτά και περισσότερα έξοδα. «Και τι να πεις στο παιδί, και τι να πεις στον άνεργο και τι να πεις στον συνταξιούχο;» με ρωτάνε…
Ξέρω τι δεν θα πω. Δεν θα πω ψέματα. Δεν θα τάξω, δεν θα υποσχεθώ, δεν θα κλείσω το μάτι λέγοντας, «δεν βαριέσαι ας πέσουν τα ψηφαλάκια τώρα και βλέπουμε μετά»… Δεν βλέπουμε πλέον, προχωράμε στο σκοτάδι, αναζητώντας το ξέφωτο. Είμαι εδώ να πορευτούμε ως εκεί.
«Θα σε έχω στο νου μου». Αυτό είναι που νιώθω για τους συμπολίτες μου, για τους συνανθρώπους μου.
Θα μπορούσα να αναφέρω την άμεση ανάγκη για πάταξη της φοροδιαφυγής, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας (όχι φυσικά με μειώσεις μισθών), την ενίσχυση του ελεγκτικού και φοροεισπρακτικού μηχανισμού, την αξιοκρατία, την διαφάνεια, την συμφωνία για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (που πάει για μετά τις εκλογές, άρα με τη νέα κυβέρνηση) ώστε να υπάρξει ρευστότητα στην αγορά. Μπορώ να αποσαφηνίσω γιατί μπορεί να τα υλοποιήσει το ΠΑΣΟΚ κι όχι κάποιος άλλος. Και θα το κάνω κατά την διάρκεια αυτής της προεκλογικής περιόδου, αλλά και μετά, όταν θα πρέπει από όποιο μετερίζι εσείς μας ορίσετε να κρίνουμε και να πράττουμε.
Τώρα όμως νιώθω την ανάγκη να πω τούτο: Είμαι εδώ και θέλω μαζί να περάσουμε απέναντι. Θα βραχούμε αλλά θα περάσουμε απέναντι. Θέλω να μείνεις εδώ κι εσύ να το παλέψουμε. Θέλω να στηριχτούμε στις δυνάμεις μας και να τα καταφέρουμε. Γι’ αυτό αποφάσισα να βγω στη «σέντρα».
Πρέπει να τα καταφέρουμε. Κι αυτό δεν μπορεί να το κάνει ο καθένας μόνος του. Να πιαστούν όλα τα χέρια μαζί, πράσινα, μπλε, κόκκινα, λαχανί, πορτοκαλί, μαύρα, κίτρινα, ροζ και να προχωρήσουμε. Να το κάνουμε όμως με την ίδια ειλικρίνεια και την ίδια σαφήνεια. Δεν γίνεται αλλιώς.
Ευχαριστώ για τον χρόνο σας, ευελπιστώ στην εμπιστοσύνη σας.
Υποψήφιος βουλευτής Β’ Πειραιά.
Κυριάκος Δ. Μαντούβαλος